Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2010

Ο μαύρος, ο σκύλος, ο Χατζησκούλ...

Γιατί οι γαύροι ξέρουμε να τιμούμε και τους αντιπάλους: Σήμερα στο «Φως», κάτω-κάτω στην πρώτη σελίδα, υπάρχει η είδηση: «Έφυγε ο Χρήστος Χατζησκουλίδης». Αυτή είναι η μοναδική πρωτοσέλιδη αναφορά του υπερτροφικού αθλητικού μας τύπου για τον θάνατο ενός από τους χαρακτηριστικότερους ποδοσφαιριστές που πέρασαν από τα ελληνικά γήπεδα και σίγουρα του σημαντικότερου για την ομάδα του Αιγάλεω.
Ο Χρήστος Χατζησκουλίδης, ο «μαύρος», ο «ψηλός», ήταν εκπρόσωπος μιας γενιάς ποδοσφαιριστών που έπαιζαν πρωτίστως από πάθος για το ποδόσφαιρο, γιατί γούσταραν το παιχνίδι, από «καύλα» για τη μπάλα .
Βαρύ και σωματώδες σέντερ φορ έβαζε γκολ με τη σέσουλα κυρίως στα γήπεδα της Β’ Εθνικής που αγωνίστηκε για 10 περίπου περιόδους . Με 150 γκολ είναι ο δεύτερος σκόρερ όλων των εποχών στη συγκεκριμένη κατηγορία, πίσω από τον Ηλία Χατζηελευθερίου που όμως αγωνίστηκε για 20 χρόνια στη Β’ Εθνική. Ο τρόπος του ήταν κυρίως η κεφαλιά. Λογικό αν σκεφτείς ότι με τα 190 εκατοστά του υπήρξε ένας από τους ψηλότερους ποδοσφαιριστές των πρωταθλημάτων μας. Το σωματικό του εκτόπισμα τον έκανε πολύ δυνατό στις μονομαχίες στον αέρα και -καθώς υπήρξε ο πρώτος έλληνας ποδοσφαιριστής που είχε τόσο δουλεμένη σωματοδομή, ανάλογη με εκείνη των σημερινών ποδοσφαιριστών- συνήθως και μάλιστα σε εποχές που το μαν-του-μαν ήταν όρος απαράβατος, δεν αρκούσε ένας αμυντικός για το μαρκάρισμά του, αλλά απασχολούσε τουλάχιστον δύο.
Ο Χρήστος γεννήθηκε στον Πειραιά και πρώτα-πρώτα έπαιξε μπάλα στον Απόλλωνα Ρέντη. Από εκεί στα 1971 μεταγράφηκε σε μια από τις πέντε καλύτερες ομάδες του Πειραιά, στον Ατρόμητο στα Καμίνια. Εδώ έμεινε για έξι χρόνια (πάντα στην Β’ Εθνική) μέχρι το καλοκαίρι του 1977 που βρέθηκε στον Α.Ο. Αιγάλεω στην πρώτη πια κατηγορία. Στην Α’ Εθνική με το «Σίτι» έπαιξε σε τρεις σεζόν, 1977-’78, 1978-’79 και 1983-’84 πετυχαίνοντας 16 γκολ ενώ στις υπόλοιπες χρονιές ακολούθησε το Αιγάλεω στην Β’ Εθνική όπου αναδείχτηκε πάντα πρώτος ή μέσα στους πρώτους σκόρερ της κατηγορίας, με καλύτερες περιόδους εκείνες του 1981-’82 (28 τέρματα, πρώτος σκόρερ και των δύο ομίλων) και 1982-’83 (24 γκολ, πρώτος σκόρερ στον Νότιο Όμιλο).
Το εντυπωσιακό είναι ότι αυτά τα επιτεύγματα τα πετύχαινε παίζοντας συχνά στα μισούς αγώνες της σεζόν, τις περισσότερες φορές τιμωρημένος από τη διοίκηση του Αιγάλεω για πειθαρχικά παραπτώματα, στην ουσία τιμωρημένος γιατί διεκδικούσε κάποια εργασιακά δικαιώματα, όπως η δυνατότητα να μεταγραφεί σε κάποια από τις «μεγάλες» ομάδες που τον είχαν ζητήσει (κυρίως η ΑΕΚ). Ήταν τα χρόνια που οι ποδοσφαιριστές λίγο απείχαν από την κατάσταση του δουλοπάροικου με φεουδάρχη-αφέντη το (υποτίθεται) ερασιτεχνικό σωματείο...
Μετά από μια τέτοια προστριβή με τον Βίκτωρα Μητρόπουλο, πρόεδρο του Αιγάλεω, έφυγε οριστικά από την ομάδα, αλλά συνέχισε να παίζει ποδόσφαιρο σε μικρότερες κατηγορίες μέχρι τα 38 του χρόνια (η «καύλα» που λέγαμε) στα 1990. Εκεί τον συναντήσαμε πολλοί ποδοσφαιριστές της γενιάς μου-με το ανάλογο δέος από την πλευρά μας- σαν αντίπαλο στις μικρές κατηγορίες της Αθήνας και του Πειραιά.
Έπαιξε διαδοχικά σε Νεάπολη Πειραιά, Ακράτητο Άνω Λιοσίων, Φλόγα Περιστερίου και Αγία Ελεούσα.
Αργότερα θα προπονήσει τον Θεμιστοκλή Αθηνών (ομάδα που από τα τοπικά έφτασε στις εθνικές κατηγορίες), ενώ για ένα μικρό διάστημα θα είναι βοηθός του Γιώργου Χατζάρα στο "Σίτι".
Παντρεμένος με δύο παιδιά, ένα αγόρι που κληρονόμησε το ύψος και το κορμί του Χρήστου και παίζει μπάσκετ και ένα κορίτσι. Να ζήσουν να τον θυμούνται όπως όλοι εμείς που τον χαρήκαμε στα γήπεδα.

1 σχόλιο: